- Θηβησιν
- Θήβῃσινили Θήβησι(ν) adv. в Фивах
(ἀποθανεῖν Arst.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(ἀποθανεῖν Arst.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Θήβησιν — Θήβῃσιν (Α) επίρρ. στη Θήβα. [ΕΤΥΜΟΛ. < δοτ. Θήβῃ τού Θήβη, παράλλ. τ. τού Θήβαι + τοπ. κατάλ. σι(ν)] … Dictionary of Greek
Θήβησιν — to Thebes indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θήβῃσιν — Θῆβαι to Thebes fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θήβησι — Θήβησιν to Thebes indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)